Η νομολογία για τις ανεξάρτητες οικονομικές ζώνες
Εν γένει, το καθεστώς των νησιωτικών περιοχών ορίζεται στην Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982 καθώς και ποιες θαλάσσιες ζώνες αναγνωρίζονται στα νησιά. Το ζήτημα που ανακύπτει είναι ποια πρακτική ακολουθούν τα κράτη και πώς επιλύονται τυχόν διαφορές τους, αναφορικά με ζητήματα θαλασσίων ορ...
Saved in:
| Summary: | Εν γένει, το καθεστώς των νησιωτικών περιοχών ορίζεται στην Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982 καθώς και ποιες θαλάσσιες ζώνες αναγνωρίζονται στα νησιά. Το ζήτημα που ανακύπτει είναι ποια πρακτική ακολουθούν τα κράτη και πώς επιλύονται τυχόν διαφορές τους, αναφορικά με ζητήματα θαλασσίων οριοθετήσεων, στα διάφορα διεθνή δικαιοδοτικά όργανα.Η οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, ιδιαίτερα όταν υπάρχουν διάσπαρτα νησιά μεταξύ των γειτονικών κρατών, αποτελεί ένα περίπλοκο ζήτημα καθώς εγείρει ζητήματα κυριαρχίας και οικονομικών συμφερόντων. Επίσης επηρεάζει δραματικά τις σχέσεις των γειτονικών κρατών λόγω των αντικρουόμενων συμφερόντων τους, καθώς επιθυμούν όλο και πιο διευρυμένα θαλάσσια σύνορα. Αυτό εξηγεί και τις μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις των κρατών, ώστε να καταλήξουν στην Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982.Ωστόσο, οι δυσκολίες εφαρμογής και ερμηνείας των διατάξεων της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας, καθώς και η αδυναμία εξεύρεσης μιας από κοινού λύσης κατά τις διμερείς διαπραγματεύσεις των κρατών, για την οριοθέτηση των μεταξύ τους θαλασσίων ζωνών, οδηγούν τα κράτη να παραπέμψουν τις διαφορές τους και να εναποθέσουν τις ελπίδες τους στα διάφορα δικαιοδοτικά όργανα, με πιο σύνηθες το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Καίριας σημασίας, λοιπόν, είναι εν προκειμένω η νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου για ζητήματα οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών. Το γεγονός ότι το Διεθνές Δικαστήριο συνεχίζει να αποτελεί την καταφυγή των περισσοτέρων κρατών για επίλυση διαφορών τους γύρω από θαλάσσια σύνορα, ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα μετά τη θεσμοθέτηση του Διεθνούς Δικαστηρίου Δικαίου Θαλάσσης (ΔΔΔΘ) επιβεβαιώνει την άποψη ότι σε γενικές γραμμές χαίρει της εμπιστοσύνης της πλειονότητας των κρατών που αντιμετωπίζουν προβλήματα και τριβές με άλλα κράτη . Από την άλλη μεριά, πρέπει να επισημανθεί ότι η συμβολή των δικαιοδοτικών οργάνων στην ερμηνεία και εφαρμογή του Δικαίου Θαλάσσης είναι σημαντική, ωστόσο η νομολογία είναι σε ορισμένες περιπτώσεις εξελισσόμενη, ιδίως όσον αφορά σε υποθέσεις νησιών και σχετικών ζωνών δικαιοδοσίας τους. Καθίσταται σαφές ότι η νομολογία αυτή έχει μεν ορισμένες σταθερές που προκύπτουν από την Σύμβαση του Montego Bay του 1982 και εφόσον το κύριο βάρος στην οριοθέτηση δίνεται στο μέτωπο των ακτών του παράκτιου κράτους έναντι του παρακείμενου θαλάσσιου χώρου στον οποίον βρίσκονται νησιά. Ενόψει των ανωτέρω, στόχος της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η εξέταση των νομολογιακών περιπτώσεων αναφορικά σε ζητήματα οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών που τέθηκαν ενώπιον διεθνών δικαιοδοτικών οργάνων. Ώστε, το νομολογιακό προηγούμενο δύναται να αποτελέσει ένα χρήσιμο εργαλείο προκειμένου για την ανάλυση του καθεστώτος που διέπει την ΑΟΖ και τις προοπτικές εκμετάλλευσής της, εστιάζοντας στο παράδειγμα της Ελλάδας και της Κύπρου. |
|---|